- τοῖσιδε
- τοῖσιδεὅδεthis: masc /neut dat pl (homeric ionic aeolic )
Morphologia Graeca. 2013.
Morphologia Graeca. 2013.
τοισίδε — ὅδε this masc/neut dat pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοῖσιδε — ὅδε this masc/neut dat pl (homeric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοισίδ' — τοισίδε , ὅδε this masc/neut dat pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοῖσιδ' — τοῖσιδε , ὅδε this masc/neut dat pl (homeric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φθάνω — ΝΜΑ, και φτάνω Ν, και φθάζω ΜΑ 1. (για πρόσ. και πράγμ.) καταλήγω εκεί όπου κατευθύνομαι, έρχομαι κάπου (α. «τί ώρα θα φτάσουμε στο νησί;» β. «μέχρι εδώ φτάνει η μυρουδιά τών λουλουδιών» γ. «φθάσε σήμερον γοργὸν νὰ πᾷς στὸν μύλον», Πρόδρ. δ.… … Dictionary of Greek
όδε, ήδε, τόδε — (Α ὅδε, ἥδε, τόδε) (δεικτική αντωνυμία τής αρχαίας ελληνικής η οποία σχηματίστηκε με την προσθήκη τού εγκλιτικού δε στην παλαιά δεικτική αντωνυμία ὅ, ἥ, τό και κλίνεται σε όλες τις πτώσεις όπως αυτή) 1. (χρησιμοποιείται, σε αντίθεση με τις… … Dictionary of Greek